- συοφόντης
- σῠο-φόντης, ου, ὁ,A swine-slayer, only in fem. [suff] σῠο-φόντις, AP11.194 (Lucill.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
συοφόντης — ό, θηλ. συοφόντις, ιδος, Α (μόνον το θηλ.) αυτή που φονεύει χοίρους («σὺν κυσὶ καὶ λόγχαις ταῑς πρὶν συοφόντισι», Ανθ. Παλ.) [ΕΤΥΜΟΛ. < σῦς, συός «χοίρος» + φόντης (< θείνω* «φονεύω», κατ επίδραση τού τ. φόνος), πρβλ. παιδο φόντης] … Dictionary of Greek
συοφόντισι — συοφόντης swine slayer fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)